(Κατά Ματθαῖον ι' 32-33, 37-38 καί 27-30)
Μετά τήν Κυριακήν τῆς Πεντηκοστῆς ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τιμᾶ τούς Ἁγίους Πάντες. Δηλαδή, ὅλους μαζί τούς ἁγίους καί ἁγίες μας, ὁσίους καί μάρτυρες, ἱερεῖς καί λαϊκούς καί μοναχούς ἁγίους, διότι ἐκεῖνοι οἱ ἅγιοι ἀπό τῆς ἱδρύσεως τῆς Ἐκκλησίας μας (Πεντηκοστή) μέχρι καί τῆς συντελείας ἔγιναν καί θά γίνονται θεοφόροι, ἀφοῦ ἔγιναν δοχεῖα τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, ὅπως καί οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι κατά τήν ὥραν τῆς Πεντηκοστῆς. Μέ τήν σημερινή αὐτή ἑορτή ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς τονίζει ὅτι ἡ Πεντηκοστή δέν εἶναι ἕνα γεγονός πού κάποτε ἔγινε καί πέρασε, ἀλλά ἕνα διαρκές παρόν. Ἀφοῦ οἱ ἅγιοι μας, μέ τήν χάρη πού ἔλαβαν ὅλοι ἀπό τόν Θεό, αὐτό ἀκριβῶς τό διαρκές παρόν τῆς Πεντηκοστῆς ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ μαρτυροῦν.
Τί σημαίνει ὅμως, ἀδελφοί μου, ἅγιος; Στήν καθημερινή μας ἐπικοινωνιολογία συχνά χρησιμοποιοῦμε τήν λέξη ἅγιος γιά νά δείξουμε ἀκριβῶς τήν καλωσύνη κάποιου ἀνθρώπου. Ὅμως, ἀπό τήν Ἁγία Γραφή (Π.Δ. καί Κ.Δ.) μαθαίνουμε ὅτι ἡ ἁγιότητα δέν εἶναι ἀπλῶς μία καλωσύνη καί ὁ ἅγιος ἕνας καλός ἄνθρωπος, ἀλλά τό τελευταῖο (μεγαλύτερο) πνευματικό σκαλοπάτι τῶν ἀρετῶν. Εἶναι τό πνευματικό στάδιο τῆς τελειώσεως, πού ὀνομάζεται θέωσις.
Πῶς ὅμως κατορθοῦται αὐτό τό πνευματικό στάδιο τῆς θεώσεως;
Αὐτό μᾶς τό διδάσκει ἤδη τό ἱερόν Εὐαγγέλιον καί τοῦ Ὄρθρου καί τῆς Θείας Λειτουργίας. «Ὃ λέγω ὑμῖν ἐν τῇ σκοτίᾳ, εἴπατε ἐν τῷ φωτί. Καὶ ὅ εἰς τὸ οὖς ἀκούετε, κηρύξατε ἐπὶ τῶν δωμάτων». «.... μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεινόντων τὸ σῶμα ... φοβεῖσθε δὲ μᾶλλον τὸν δυνάμενον καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα ἀπολέσαι ἐν γεέννῃ».
Ἀρχικά, δηλαδή, ὁ Χριστός μας, μᾶς ἀναφέρει ρητῶς ὅτι θά πρέπει ὅλοι ἐμεῖς οἱ βεβαπτισμένοι Χριστιανοί νά κηρύξουμε μέ στόμα καί ψυχή καί ἰδιαιτέρως μέ τό καλό παράδειγμά μας τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ παντοῦ. Ἡ ζωή μας νά εὐωδιάζει Χριστό. Ἡ ὑπόστασή μας νά μιλάει ἀπό μόνη της (μέ τίς ἀρετές πού πρέπει νά ἔχουμε) γιά τόν Κύριό μας τόν Ἰησοῦ Χριστό. Καί νά μήν φοβόμαστε στίς καθημερινές προκλήσεις τῆς ζωῆς, οὔτε ἀκόμα καί στό μαρτύριο. Ἀλλά, περισσότερο νά φοβόμαστε τήν αἰώνια καταδίκη. Τήν αἰώνια κόλαση. Καί ἀλλοῦ λέγει πάλι ὁ Κύριός μας : «Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγώ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρὸς μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς ... ὅς οὐ λαμβάνει τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου οὐκ ἔστι μου ἄξιος».
Δηλαδή μᾶς ζητᾶ ὁ Κύριός μας μέ τήν ἴδια μας τήν ὕπαρξη νά τόν ὁμολογοῦμε μέ παρρησία παντοῦ ὡς τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν, διότι αὐτός πού θά φοβηθῆ νά τόν ὁμολογήσει ὡς Σωτήρα καί Κύριο καί δέν θά σταυρωθεῖ κι αὐτός μαζί μέ τόν Χριστό ὡς πρός τόν παλαιό ἄνθρωπο καί τήν ἁμαρτία δέν θά κερδίσει τήν αἰώνια ζωή. Ἄρα, λοιπόν, ὅλοι οἱ ἅγιοι (ἅγιοι Πάντες) ἐφάρμοσαν ὅλα ὅσα ζητᾶ ὁ Κύριός μας, ἔζησαν ἐν Χριστῷ Ἀναστάντι, γι' αὐτό καί τόν ὁμολόγησαν παντοῦ μέ ὅλη τους τήν ὕπαρξη. Γι αὐτό καί ἁγίασαν. Ἄς κάνουμε καί ἐμεῖς αὐτό πού ἔκαναν οἱ ἅγιοί μας καί ὁ μισθός ἡμῶν θά εἶναι πολύς ἐν τῷ οὐρανῷ. Ἀμήν.
π. Νικ. Ζουναρέλης
Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Κυθήρων και Αντικυθήρων,
|