Πέμπτη 14 Μαΐου 2015

Η ανασκαφή της αρχαίας Αιγιλίας στα Αντικύθηρα

Ο Άρης Τσαραβόπουλος και οι εθελοντές στην ΑιγιλίαΦαίνεται πως τελικά η ανασκαφή της αρχαίας Αιγιλίας στα Αντικύθηρα θα συνεχίσει και φέτος, αποκλειστικά με την συμμετοχή εθελοντών. Σύμφωνα με το συνημμένο έγγραφο της 24ης Απριλίου 2015, η Εφορείας Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής, Πειραιά και Νήσων γνωστοποίησε στον αρχαιολόγο Άρη Τσαραβόπουλο ότι η ανασκαφή την οποία διευθύνει έχει ενταχθεί στο πρόγραμμα δράσης του 2015.


Από το 2000, μετά από αίτηση της Κοινότητας Αντικυθήρων, η τέως ΚΣΤ΄ Εφορεία Αρχαιοτήτων ξεκίνησε ανασκαφική έρευνα στο Κάστρο με στόχο τη δημιουργία επισκέψιμου Αρχαιολογικού Πάρκου που θα συνέβαλλε στη βιώσιμη ανάπτυξη του νησιού, το οποίο τα τελευταία είκοσι χρόνια προχωράει σταθερά προς την ολοκληρωτική ερήμωση. Η ανασκαφή συνεχίζεται έως σήμερα χωρίς διακοπή υπό τη διεύθυνση του Άρη Τσαραβόπουλου κάθε Αύγουστο. Στην ανασκαφή συμμετέχουν εθελοντικά, με την καθοδήγηση αρχαιολόγων, φοιτητές αρχαιολογίας και άλλων ειδικοτήτων, αλλά και εργαζόμενοι σε διάφορους τομείς, οι οποίοι επιλέγουν τη συμμετοχή στην ανασκαφή ως μια εναλλακτική μορφή τουρισμού.
Με έκταση 22 τετραγωνικά χιλιόμετρα, η αρχαία Αιγιλία αποτελούσε σταυροδρόμι, ελέγχοντας τους επικίνδυνους θαλάσσιους δρόμους που ένωναν τη δυτική Μεσόγειο με το Αιγαίο και τη Λακωνία με την Κρήτη. Η στρατηγική θέση του νησιού αναγνωρίσθηκε ήδη από την αρχαιότητα, καθώς επιλέχθηκε ως χώρος στρατιωτικής βάσης και ορμητήριο πειρατών από τα τέλη του 4ου αι. π.Χ. Η διάρκεια χρήσης του οχυρωμένου πολίσματος περιορίζεται στα Ελληνιστικά χρόνια και πιο συγκεκριμένα χρονολογείται από τα τέλη του 4ου αι. π.Χ. έως το πρώτο μισό του 1ου αι. π.Χ. (με την ρωμαϊκή εκστρατεία κατά της πειρατείας).
Σημειώνεται ότι ανάμεσα στα κινητά ευρήματα των ανασκαφών ανευρίσκονται συνεχώς πολεμικά αντικείμενα, αιχμές από βέλη και βλήματα βαλλίστρας, μολυβδίδες, καθώς και διαφόρων μεγεθών βλήματα από καταπέλτη, ευρήματα που φανερώνουν μια κοινωνία σε συνεχή πολεμική δραστηριότητα. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι, βάσει των νομισμάτων που έχουν βρεθεί, αλλά και μερικών άλλων κεραμικών ευρημάτων και ορισμένων μολυβδίδων, το νησί, το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του, αποτελούσε τμήμα της κρητικής πόλης Φαλάσαρνας.
Η ανάγνωση επιγραφής που βρέθηκε στον Ξηροπόταμο προσφέρει τη λύση στο ερώτημα ποιος και γιατί προχώρησε τόσο όψιμα στην πολυδάπανη οχύρωση ενός νησιού που κατέχει μεν μια στρατηγική θέση, αλλά δεν είχε χρησιμοποιηθεί καθόλου έως τα τέλη του 4ου αι. π.Χ. Στην επιγραφή αναφέρεται ως αναθέτης ο Αριστομένης Αριστομήδους, Θεσσαλός εκ Φερών, ο οποίος μπορεί να ταυτιστεί με τον ναύαρχο του Περσικού στόλου στο Αιγαίο, μετά την εισβολή των Μακεδόνων στη Μικρά Ασία, ενώ ο πατέρας του, Αριστομήδης, Θεσσαλός από τις Φερές, συμμετείχε, ηγούμενος είκοσι χιλιάδων βαρβάρων, στον περσικό στρατό στη μάχη της Ισσού. Συμπεραίνεται ότι η οχύρωση στο νησάκι δημιουργήθηκε, όπως φαίνεται ότι συμβαίνει και με πολλά σύγχρονά της οχυρωματικά έργα στην Κρήτη, με χρηματοδότηση της Περσικής Αυτοκρατορίας στην προσπάθειά της να δημιουργήσει τις δυνατότητες αντεπίθεσης στον Μακεδονικό στρατό που είχε εισβάλει στη Μικρά Ασία. Με την καθυπόταξη του Περσικού κράτους, η εξοπλισμένη και οχυρωμένη Φαλάσαρνα, χωρίς πολλά εισοδήματα και εκμεταλλευόμενη τη στρατηγική θέση του νησιού, άρχισε να επιδίδεται στην πειρατεία. Στα Αντικύθηρα κατέφυγε ο επαναστατημένος βασιλιάς της Σπάρτης, Κλεομένης Γ΄, μετά την ήττα του στη Σελλασία το 223 π.Χ., στον δρόμο του προς την Αίγυπτο προς τον σύμμαχό του, Πτολεμαίο τον Ευεργέτη.
Αιχμή βέλους και βλήμα βαλλίστρας
Λίγα χρόνια μετά το πέρασμα του Κλεομένη, τα Αντικύθηρα βρίσκονται στη δίνη των συγκρούσεων των Κρητικών πόλεων, αλλά και της προσπάθειας των δυνάμεων που επιθυμούσαν να ελέγξουν τον χώρο του νότιου Αιγαίου και τα περάσματα προς τη Δύση, όπου είχε ήδη εμφανιστεί η δύναμη της Ρώμης. Τον 2ο αιώνα π.Χ. κατασκευάζεται (ή επανακατασκευάζεται) το παραλιμένιο ιερό του Απόλλωνος και της Αρτέμιδος, ενώ από τη στρωματογραφία στον χώρο της οχύρωσης φαίνεται ότι την ίδια εποχή η πόλη παρουσιάζει μια σχετική ευμάρεια. Ασφαλώς, η εξήγηση βρίσκεται στα εισοδήματα της πειρατικής δραστηριότητας της Φαλάσαρνας. Η Αίγιλία φαίνεται ότι υπέστη την εκδικητική μανία του Ρωμαίου στρατηγού Μέτελλου που κατέπνιξε με αγριότητα την Κρητική Επανάσταση το 69-67 π.Χ. Η ζωή στο Κάστρο σταμάτησε ακριβώς εκείνα τα χρόνια. Την ίδια χρονική στιγμή καταστράφηκε και η Φαλάσαρνα.
Πηγή: tripelago.wordpress.com